dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ζωολ.
οι
σπάνιες γαίες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
seltene Erden
Ⓦ
Ⓖ
…